Skip to main content

Βιογραφία

Η Francesca Bellenis γεννήθηκε στη Ρώμη από Ελληνίδα μητέρα και Ιταλό πατέρα με καλλιτεχνικές καταβολές. Τούτη η γοητευτική σύζευξη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα εξέλιξή της μιας που από τον πατέρα κληρονόμησε την αγάπη της για τη μουσική. Πολύ πριν μάθει κιθάρα, η Francesca είχε ήδη κάνει τα πρώτα της βήματα στο τραγούδι σε ηλικία έντεκα ετών.

Στην πρώιμη εφηβεία της ασχολήθηκε με το καλλιτεχνικό πατινάζ σε αγωνιστικό επίπεδο, κερδίζοντας δύο αργυρά μετάλλια στην κατηγορία της. Η πρώτη της εμφάνιση στο σανίδι ήταν σε ηλικία οκτώ ετών στο Θέατρο “Quirino” της Ρώμης. Στα έντεκά της κέρδισε το πρώτο βραβείο σε κρατικό διαγωνισμό κλασσικού μπαλέτου, και στα χρόνια που ακολούθησαν συνέχισε με σύγχρονο χορό και τζαζ. Αξίζει να σημειωθεί ότι τις δύο πρώτες της τηλεοπτικές εμφανίσεις τις έκανε ως χορεύτρια σε ηλικία δεκαέξι και δεκαεπτά ετών αντίστοιχα.

Τα μαθητικά της χρόνια τα πέρασε στη Ρώμη και στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, και είναι απόφοιτος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Ρώμης. Με το πέρας των σπουδών της, η Francesca ήρθε στην Ελλάδα όπου υπέγραψε συμβόλαιο με την δισκογραφική εταιρεία ΜΙΝΟΣ, για λογαριασμό της οποίας ηχογράφησε το πρώτο της άλμπουμ. Την περίοδο εκείνη συνεργάσθηκε με εξέχοντες καλλιτέχνες και εμφανίσθηκε σε περίοπτες μουσικές σκηνές.

Το πάθος της για τη μουσική την οδήγησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου γνώρισε τον Riccardo Cocciante. Μαζί έκαναν την μεγάλη επιτυχία με τίτλο “I’d fly”, κομμάτι που ηχογραφήθηκε στο Λουγκάνο της Ελβετίας στο στούντιο “Mina” και στη συνέχεια διανεμήθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Με τον Riccardo έδωσαν πολλές συναυλίες στον Καναδά, όπου εμφανίσθηκαν σε μεγάλα θέατρα και στάδια μπροστά σε χιλιάδες θεατές. Έπειτα επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου εργάσθηκε στο Μαϊάμι, το Λος Άντζελες, τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Ντιτρόιτ και το Λας Βέγκας, ενώ συνέχισε τις σπουδές της στη φημισμένη Σχολή Strasberg στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες.

Η Francesca μιλάει άπταιστα πέντε γλώσσες (ιταλικά, ελληνικά, αγγλικά, ισπανικά και γαλλικά), ενώ τραγουδάει και στα πορτογαλικά. Η πολυεπίπεδη αυτή έκφανση του χαρακτήρα της την έχει καταστήσει ικανή να γράφει μουσική και στίχους σε πολλές γλώσσες. Με την σύνθεση πρωτοασχολήθηκε όταν έμενε ακόμα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το 2000 κέρδισε το Βραβείο Καλύτερου Συνθέτη-Καλύτερου Στιχουργού-Καλύτερου Εκτελεστή στην Ουάσιγκτον με το τραγούδι “Seeking for my heart”. Από εκεί και έπειτα, η εξέλιξή της ήταν ραγδαία. Τραγούδησε με χορωδίες μουσικής γκόσπελ στα πλαίσια συνεργασίας τους με τον Μάικλ Τζάκσον, και συνέπραξε με σπουδαίους καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων οι:

  • Andrè Crouch και Quincy Jones για την διασκευή του κομματιού “Who may abide” του George Frederic Handel (17ος αιώνας)
  • Morris White για το κομμάτι με τίτλο “Someone I never had”
  • Beppe Cantarelli για το “Give me some loving”
  • Riccardo Cocciante για τα κομμάτια με τίτλο “Come together” και “I’d fly”
  • Claudio Simonetti για το κομμάτι “Open your eyes and dream”.

Έχει επίσης συμπράξει με το συγκρότημα Earth Wind and Fire, καθώς και με τους Larry Ferguson, Loris Holland, Lee Curreri, Ike Turner και πολλούς άλλους.

Αγγίζοντας την έκταση των τεσσάρων οκτάβων, η φωνή της Francesca μετουσιώνει με τρόπο δυναμικό και συνάμα αισθαντικό την μεγάλη παράδοση που κουβαλάει. Αν αναλογιστούμε ότι οι τέσσερις οκτάβες αποτελούν το μέγιστο εύρος φωνής που μπορεί να αποδώσει μια τραγουδίστρια, η Francesca αρχίζει ως βαρύτονος και καταλήγει ως υψίφωνος, γεγονός που την καθιστά μοναδική σύμφωνα με τα λεγόμενα του διάσημου καθηγητή φωνητικής Seth Riggs.

Εκτός όμως από το τραγούδι, η Francesca ασχολήθηκε και με την τηλεόραση, καθώς η υποκριτική υπήρξε από νωρίς μέρος της ζωής της, Εμφανίσθηκε σε δευτεραγωνιστικούς ρόλους σε δύο καθημερινές σειρές στις Ηνωμένες Πολιτείες, και πιο συγκεκριμένα στο “Days of our life” σε σκηνοθεσία Herb Stein και στο “All of my children” υπό την σκηνοθετική μπαγκέτα της Jill Ackles.

Στο θέατρο ενσάρκωσε τον ρόλο τής May στην παραγωγή “Fool for Love” και τον ρόλο τής Grazia στο έργο “Death takes a holiday”. Έχει επίσης δανείσει τη φωνή της σε πασίγνωστες ταινίες όπως “Midnight Summer Dream”, “Les Misérables”, “The Soprano”, “What Women Want”, “Mickey Blue Eyes” και “Bedazzled” μεταξύ των άλλων.

Με το που πατάει κάποιος στο σπίτι της, διαπιστώνει ένα άλλο μεγάλο της πάθος, την ζωγραφική. Πίνακές της έχουν πουληθεί στη Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι και το Σικάγο. Το αγαπημένο της θέμα είναι τα αστικά τοπία.

Μέσα σ’ όλα αυτά όμως, η Francesca έχει ένα όνειρο: την ίδρυση ενός οργανισμού για την έρευνα θεραπειών κατά του καρκίνου καθώς και ενός σωματείου για την προστασία άπορων μητέρων οι οποίες θα αποφύγουν έτσι να δώσουν τα παιδιά τους για υιοθεσία.